Δευτέρα, Απριλίου 30, 2007

ΠΑΛΙ


Κι όταν ξαναβρεθείς στους ίδιους δρόμους κι αφουγκραστείς τη μυρωδιά τους μπορεί να ενοχληθείς. Και ν’ αρνηθείς τη διάταξή τους. Σηκώνοντας τους ώμους αδιάφορα λίγο πριν στα κλαδιά σκαλώσουν τα μαλλιά σου. «Έχετε κάνει λάθος» θα καγχάσεις. Δε σας γνωρίζω θα σκεφτείς κι ένας αλλού στη χλόη θα χαμογελάσει. Αλλά εσύ θα τον νομίσεις άγαλμα. Ή έναν ακίνδυνο μισό και τον προσπέρασες. Σε ονομάζω απλώς ετεροθαλή ήρωα. «Μα αφού υπήρξαν» έλεγες στο φευγιό σου. Κι όταν προχωρήσεις πολύ μέσα στον ύπνο (ήθελα να πω: την κλείδωση), αποτυπώματα. Κι ο ουρανός γέμισε κόκκινα πουλιά που αλυχτούσαν. Τα πέρασες κι ο τεθλιμμένος πέτρωσε.

Αν δε μπορούμε να καταστρέψουμε αυτό τον φοβισμένο νόστο, να τον κρεμάσουμε, να τον γελάσουμε. Να τον καταπιούμε. Τρέμε - γιατί δεν έχει στόμα. Ίσως εξημερωθεί.

2 σχόλια:

alektor είπε...

κάτι ωραίο συμβαίνει εδώ

τα σέβη μου
και τα δέη μου

ιωάννα της λωραίνης είπε...

...σαν τοπίο του βυθού...