Σάββατο, Οκτωβρίου 06, 2007

ΑΚΟΥΣΤΕ ΜΑΣ


Το «Ακούστε μας» ήταν το σύνθημα στο πανώ των καταλήψεων μιας άρτι ληγμένης, αντιαισθητικής δεκαετίας που με βρήκε να περιφέρομαι στους γνώριμους δρόμους αλλιώς. Με ένα πράσινο παρκά – αργότερα, πολύ αργότερα, θύμα μιας σειράς αυθόρμητων εκρήξεων αμπουλών μελάνης κατέληξε στους κάδους ανθρωπιστικής οργάνωσης κάπου στη Μπολώνια. Τότε συνέδραμε απλός πρωταγωνιστής σε θυελλωδώς βροχερούς αγώνες με δύο απτά αποτελέσματα: την κατασκευή ενός τελετουργικού αγωνιστικού κύκλου μεταξύ Πολυτεχνείου και 25ης Μαρτίου με έκδηλα χαρακτηριστικά μύησης. Και την παλλαϊκή αποδοχή της τρεντοποιημένης εκδοχής του Αλέξη Τσίπρα.
Η σκοτεινή δεκαετία πέρασε γρήγορα, μαζί της και τα ενδυματολογικά εγκλήματα, τα ηρωικά φωτοστέφανα, οι σχολικές εκδρομές κι επιδρομές, τα walkman, η Αντιγόνη κι ο Οιδίποδας, η εσωτερική αυλή με το πρασινισμένο τσιμέντο, τα ποιητικά σκιρτήματα, οι πανηγυρικοί της 17ης Νοέμβρη… Γιατί στα γράφω όλα αυτά ηλιόλουστο πρωινό κι έξω 2007; Ίσως ο Φύλακας στη σίκαλη – σετάκι με το Άγριο φαρμάκι και το Λύκοι, σας παρακαλώ μην κλαίτε, αυτός ήταν ο σωστός συνδιασμός της εποχής, της παρέας και γενικότερα της λυκειοδιαννόησης του τότε. Ήμασταν πέντε, οι δυο παντρεύτηκαν μεταξύ τους, η τρίτη έγινε ακόμα πιο Πασόκ και έκτοτε παχαίνει διαρκώς, η τέταρτη εξαφανίσθηκε κάπου στα Highlands (με τον Κριστόφ Λαμπέρ υποψιάζομαι).
Όχι γιατί μου θύμισες τον Φύλακα, ούτε την αθλιότητα των ninetees. Έκτοτε βγήκε ο ήλιος, εγώ έφυγα και γύρισα και ξανάφυγα, η Αθήνα μίκρυνε, αδυνάτισε, ξεμπλέχθηκε, σιώπησε. Όμως παρέμεινε πλανεύτρα. Γι ‘ αυτό μάλλον σου γράφω. Πλανεύτρα κι αχανής – και μη γελάς που χάνομαι. Άλλες πόλεις που γνώρισα αλλιώς απέξω τις γνωρίζω. Προφανώς χρήζει ψυχαναλύσεως το ζήτημα. Όμως το προτιμώ αδόκητο και σκιώδες: να’ χω και κάτι να περνώ την ώρα μου πίνοντας τίλιο στα γεράματα.
Πλανεύτρα με τους δαιδαλώδεις δρόμους και τα καφέ σαν μανιτάρια στη βροχή: δεν τρώγονται όλα. Σ’ αυτούς τους τόπους έλειωσαν τα καλύτερα παπούτσια της γενιάς μου, για τα μυαλά πάλι δε γνωρίζω να σου πω (υπήρξαν κάποτε;). Πλάνης κι ο ήλιος που γκρεμίζεται από τις πολυκατοικίες στα Πατήσια – κυρίως εκεί. Στο σχέδιο της αποπλάνησης μπλεγμένα βιβλιοπωλεία, πάρκα, περίπτερα, μπαρ, λεωφορεία και τρόλλεϋ, σταθμοί και μετανάστες, ελληναράδες και wannabe κομήτες. Κι αυτός ο σκύλος που κοιμάται στο σαλόνι μου. Και μία στάση του μετρό.
Έχοντας καταβροχθίσει μια ολοκαίνουργια παρτίδα φωτοτυπιών, κι αφού εξατμίστηκε και το τελευταίο δείγμα «εκείνου του ροζέ γλυκού κρασιού από την Προβηγκία» που αφειδώς μου πρόσφερε μια φίλη εξ Avignon, αυτή την πλάνη ξανασκέφτομαι και γράφω. Υγρόβιο ζώο ο Ιπποπόταμος και κάνει ζέστη. Τσιγάρα τέλος κι έχει θόρυβο το σπίτι. Κι εσύ δίπλα στη θάλασσα φαντάζομαι – αν υποψιαστώ πως κάνεις μπάνιο θα πέσω απ’ το μπαλκόνι. Τέλος πάντων. Ας αλλάξω παράγραφο κι ας υποθέσουμε ότι η παύση που θα παρεμβληθεί ανήκει στον ίδιο τύπο της Αισθηματικής αγωγής.

Ο επίορκος ναρκισσισμός μου μου επέβαλλε σε παλιότερα επεισόδια του σήριαλ να μη γράφω ασκόπως («έχετε και κάποιο διδακτορικό κύριε»). Δε φταίω εγώ, οι περιστάσεις μ’ εξανάγκασαν. Ίσως αυτό το μεσημέρι υπνηλίας, ίσως ο Φύλακας, ίσως εσύ
Δεν ξέρω. Ο Deleuze είχε πει πως δεν υπάρχουν μόνο λάθος απαντήσεις, υπάρχουν (κυρίως) και λάθος ερωτήσεις. Κι είναι πλανεύτρα η Αθήνα.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ όταν έχει κανείς ταλέντο και κινεί δυνάμεις εντός μας, τι να κάνουν τα άμοιρα τα διδακτορικά; Λεπτομέρειες ασήμαντες.

ιωάννα της λωραίνης είπε...

ίσως τελικά και νά' χετε κάποιο δίκιο τελικά...Ίδωμεν.

roidis είπε...

ένα υπέροχο κείμενο.

ιωάννα της λωραίνης είπε...

σας ευχαριστώ πολύ - για τις υπερβολές!