Απομακρύνονται τα κύματα
καθώς το πρόσωπο στο ράγισμα σελίδας
έσβηνε
έσβηνε συνεχώς τις σημειώσεις
με κόκκινο μικρό μολύβι χαραγμένες
έσβηνε και συνέχιζε
άλλαξε θέση
σιωπηλά αλλαξοδρόμησε
κι έφυγε πέρα
κει που δε φτάνουν οι φωνές τους
δεν είχε χρόνο
χρόνο ζήτησε
κάπου κοντά στο τέλος
κι έπειτα ξέφυγε
και μόνη καρτερούσε
έδαφος δεν υπήρχε ούτε θέση
ούτε κανένας πρόσεξε την κίνηση
και με σιωπή όλοι μιλούσαν
απόρθητη πιστεύοντας
εκρύφθη στις σελίδες
χωρίς τους μαύρους χαρακτήρες να προσέχει
αλλά τα περιθώρια
δεν έχει τέλος – δεν παρεδόθη το κλειδί
μόνο το νόμισμα που σχίσμα δεν εδέχθη
ξανάπεσε
κατέπεσε κι εδηώθη
κι αυτός που μέλλει να καταδυθεί
ανεπεξέργαστος η άθικτος
κι αυτός θ’ αλλάξει θέση
για να σβήσει
2 σχόλια:
όμορφα γράφεις κυνηγέ..
ήρθα μιλώντας και θορυβώντας
φεύγω και πάλι ταπεινός και άφωνος
Δημοσίευση σχολίου